Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ Ταχεία υλοποίηση των αντιλαϊκών - αντιπεριβαλλοντικών σχεδιασμών

Κέρδη για το κεφάλαιο και ο λογαριασμός στο λαό.
Με γοργούς ρυθμούς προχωράει από την κυβέρνηση η υλοποίηση του φιλομονοπωλιακού σχεδιασμού για τη διαχείριση των απορριμμάτων, ενός κλάδου που αποτελεί πόλο προσέλκυσης επενδύσεων για το μεγάλο κεφάλαιο σε εφαρμογή των σχετικών Οδηγιών και κατευθύνσεων της ΕΕ. Ως αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτών των κατευθύνσεων ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης, επιταχύνεται η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, μεγαλώνουν οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία. Από τον περασμένο Νοέμβρη, με τοποθετήσεις και παρεμβάσεις κυβερνητικών στελεχών σηματοδοτείται η ολοκληρωτική παράδοση της διαχείρισης των αποβλήτων στους επιχειρηματικούς ομίλους, το φόρτωμα περισσότερων βαρών στα εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά και η ένταση της επίθεσης στα δικαιώματα των εργαζομένων του κλάδου. Μια πολιτική που υλοποιήθηκε πιστά και από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όταν διαμόρφωσε το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων τον Δεκέμβρη του 2015.

Πιο συγκεκριμένα, μέσω της μεθόδου των ΣΔΙΤ, το υπουργείο Περιβάλλοντος ανακοίνωσε πρόσφατα ότι θα προχωρήσει στη δημοπράτηση 17 νέων Μονάδων Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ) σε ολόκληρη τη χώρα, μέσα στο 2020. Ενδεικτικό της «συνέχειας» αυτής της αντιδραστικής πολιτικής είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προώθησε πιο αποφασιστικά τις ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα) για την κατασκευή ΜΕΑ, που κύριο παράγωγό τους είναι το «καύσιμο σκουπίδι», χρηματοδότησε αδρά τέτοια έργα προς όφελος επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο και μάλιστα με παχυλά συμβόλαια για τα επόμενα πολλά χρόνια, ενώ την ίδια στιγμή διέθετε ψίχουλα για τη χρηματοδότηση εξοπλισμού και υποδομών στους δήμους όλης της χώρας.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΝΔ κλιμακώνει τους σχεδιασμούς της, με άξονες, εκτός από την πιο αποφασιστική προώθηση των ΜΕΑ, την παράδοση ακόμα και της αποκομιδής από τους φορείς Τοπικής Διοίκησης στο κεφάλαιο σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις στο πρόσφατο «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο, την προώθηση της επικίνδυνης καύσης κ.ο.κ. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπονται 17 νέες εγκαταστάσεις, σε Δυτική Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Βόλο, Λαμία, Βόρειο Εβρο, Λέσβο, Χαλκίδα, Λάρισα, Ηράκλειο, Αγρίνιο, Σητεία, Χερσόνησο, Μύκονο, Φωκίδα, Ανδρο, Τήνο και Κεφαλονιά.

Ο υπουργός Περιβάλλοντος, Κ. Χατζηδάκης, σε συνάντηση που πραγματοποίησε πρόσφατα με τους εκπροσώπους του δικτύου Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦοΔΣΑ) όλης της χώρας ανακοίνωσε, ανάμεσα σε άλλα, ότι στόχος του υπουργείου είναι μέσα στην επόμενη πενταετία να έχουν δημιουργηθεί συνολικά 45 νέες μονάδες διαχείρισης απορριμμάτων σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ για φέτος σχεδιάζεται να εγκριθεί το θεσμικό πλαίσιο που αφορά στην ενσωμάτωση σχετικών κοινοτικών Οδηγιών για τα απορρίμματα. Σε πρόσφατη σχετική εκδήλωση, ο υπουργός έκανε γνωστή την κυβερνητική προτεραιότητα για «συμβασιοποίηση νέων έργων αξίας 940 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2021», που αποτελούν ποσά από ΕΣΠΑ, τονίζοντας ότι ολόκληρο το ποσό θα διατεθεί αποκλειστικά για ΜΕΑ, με τους δήμους να μη λαμβάνουν ούτε ένα ευρώ, κάτι που θα προσθέσει βάρη στα λαϊκά νοικοκυριά.

Και την ίδια στιγμή, που οι όμιλοι οι οποίοι εμπλέκονται με την κατασκευή και λειτουργία των παραπάνω εγκαταστάσεων θα μπουκώνονται με ζεστό χρήμα, ως «περιτύλιγμα» αυτής της πολιτικής η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει την τοποθέτηση ειδικών μηχανημάτων που «επιστρέφουν» ασήμαντα ποσά στον χρήστη που ατομικά τοποθετεί σε αυτά συσκευασίες, μπαταρίες ή άλλα υλικά, τα οποία διατίθενται για ανακύκλωση. Είναι η γνωστή λογική που προωθείται από την ΕΕ, με το σύνθημα «ο ρυπαίνων πληρώνει» ή «πληρώνω όσο πετάω», με βάση την οποία επιβαρύνεται η τσέπη των λαϊκών νοικοκυριών με χαράτσια από τους δήμους που δεν θα πιάνουν τους στόχους της ανακύκλωσης λόγω ελλείψεων σε μέσα, υποδομές και χρηματοδότηση.
«Τρέχει» ο αντιδραστικός σχεδιασμός στην Αττική

Χαρακτηριστικές είναι οι διαδικασίες που «τρέχουν» στο Λεκανοπέδιο της Αττικής. Η προηγούμενη διοίκηση ΣΥΡΙΖΑ (Δούρου) προκήρυξε στα μουλωχτά μέσα στο καλοκαίρι του 2019, λίγο πριν από την εκπνοή της θητείας της, διαγωνισμό για τη δημιουργία νέας χωματερής δίπλα στην ήδη υπάρχουσα υγειονομική βόμβα της Φυλής, ενώ ενεργοποίησε τον σχεδιασμό για μετατροπή ανενεργών λατομείων (σε Πετρούπολη, Μάνδρα, Κορωπί, Μέγαρα κ.α.) σε ΧΥΤΑ.

Εκτός από την παράδοση έτοιμου του παραπάνω σχεδιασμού στη σημερινή διοίκηση της ΝΔ (Πατούλη) που ολοκλήρωσε τον διαγωνισμό, ψήφισαν από κοινού την έναρξη της λειτουργίας του ΧΥΤΑ Γραμματικού, μιας νέας περιβαλλοντικής βόμβας στην Ανατολική Αττική, μιας χωματερής που είναι κατασκευασμένη πάνω σε ρέμα.

Στον ίδιο σχεδιασμό, διαιώνισης της χωματερής στη Φυλή που σκορπάει τον καρκίνο στη Δυτική Αττική, περιλαμβάνεται πλέον και η «ενεργειακή» αξιοποίηση αποβλήτων. Ο περιφερειάρχης προανήγγειλε την καύση των αποβλήτων όχι μόνο ως σύμμεικτα σκουπίδια (RDF) για τις τσιμεντοβιομηχανίες αλλά και σε «κλασικά» εργοστάσια καύσης απορριμμάτων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μονοπωλιακούς ομίλους που κυρίως δραστηριοποιούνται και στους δύο τομείς: Στη διαχείριση αποβλήτων και στην Ενέργεια. Σε σχετική σύσκεψη με τους δημάρχους της Αττικής έκανε λόγο για «μονάδες επεξεργασίας υπολειμματικών σύμμεικτων και υπολειμμάτων μπλε και καφέ κάδου για προετοιμασία για ενεργειακή αξιοποίηση». Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί η πλήρης απαλλαγή του μεγάλου κεφαλαίου από τα δημοτικά ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας (εμπορικά κέντρα, μεγαλοξενοδόχοι, συγκροτήματα εφοδιαστικής αλυσίδας κ.λπ.), αλλά και η χαλάρωση των όποιων χωροταξικών δεσμεύσεων.

Ο περιφερειάρχης στην ίδια σύσκεψη έπλεξε το εγκώμιο και της εναλλακτικής διαχείρισης αποβλήτων, με ευθύνη ΜΚΟ, δηλαδή ένα ακόμα πλοκάμι ιδιωτικοποίησης, πετώντας το μπαλάκι στα τοπικά σχέδια διαχείρισης των δήμων.
Επέκταση της επικίνδυνης για τον άνθρωπο και το περιβάλλον καύσης

Η καύση των απορριμμάτων, μέχρι σήμερα, χρησιμοποιείται ήδη από την τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ για την παραγωγή Ενέργειας, σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις από το 2012 και «εμπλούτισε» στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, η κυβέρνηση κλιμακώνει επικίνδυνα και προωθεί την αλλαγή του υφιστάμενου νομικού καθεστώτος που διέπει την καύση απορριμμάτων και την επέκταση της επικίνδυνης αυτής μεθόδου για τη δημόσια υγεία, πανελλαδικά. Μια σειρά «πρόθυμων» δήμων και περιφερειακών διοικήσεων, αυτήν την περίοδο συντάσσονται «διακριτικά» υπέρ της καύσης απορριμμάτων, ενώ πλήρως θετική είναι η ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος.

Ακρως αποκαλυπτικά είναι τα όσα είπε σε πρόσφατη ημερίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας ο γενικός γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων του υπουργείου, Μ. Γραφάκος, κατά τον οποίο η απαγόρευση της καύσης απορριμμάτων είναι προϊόν... «εμμονής». Οπως είχε υποστηρίξει χαρακτηριστικά «δεν μπορούμε εμμονικά να απαγορεύουμε την παραγωγή Ενέργειας από τα απορρίμματα. Το λέμε ευθέως, ο επόμενος εθνικός σχεδιασμός - που θα τροποποιηθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2020 - θα είναι ανοιχτός ως προς τις τεχνολογίες και θα βοηθήσει με αυτόν τον τρόπο να μειωθούν τα απορρίμματα που θάβονται». Η εμπειρία των κατοίκων του Βόλου από τη χρόνια χρήση παραγώγων απορριμμάτων (RDF και SRF) που κάνει η ΑΓΕΤ στην περιοχή τους είναι ενδεικτική για τις επιπτώσεις που προκαλεί η συγκεκριμένη μέθοδος παραγωγής Ενέργειας. Στον Βόλο προστίθεται και η Δυτική Θεσσαλονίκη, αφού πρόσφατη είναι η εξέλιξη με την εκεί τσιμεντοβιομηχανία «ΤΙΤΑΝ», που φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο της καρκινογόνου καύσης, με τις πλάτες της περιφερειακής αρχής Κεντρικής Μακεδονίας.

Στη συγκεκριμένη ανθυγιεινή αλλά άκρως προσοδοφόρα «μπίζνα» έχει σπεύσει να πάρει θέση και η ΔΕΗ, αφού στους σχεδιασμούς της νέας διοίκησης είναι η παραγωγή Ενέργειας από καύση απορριμμάτων, χρησιμοποιώντας τους χώρους των λιγνιτικών μονάδων, στους οποίους να θυμίσουμε ότι η κυβέρνηση βάζει «λουκέτο», επειδή παράγουν... υψηλούς ρύπους. Μάλιστα, σχετικές πληροφορίες, που είδαν το φως της δημοσιότητας το προηγούμενο διάστημα αναφέρουν ότι η ΔΕΗ βρίσκεται ήδη σε επαφές με κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα, στο πλαίσιο του συνολικότερου σχεδιασμού της για τη «μεταλιγνιτική εποχή».

Σε αυτό το πλαίσιο, σχεδιασμοί που υπάρχουν ήδη από το 2016 φαίνονται «ώριμοι» να υλοποιηθούν, όπως η κατασκευή στην Κοζάνη ενός εργοστασίου καύσης «υπολείμματος», που θα παράγεται σε μονάδες από τη Θεσσαλία έως την Θράκη, ενώ είναι γνωστές οι προθέσεις της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ να επεκτείνει την επικίνδυνη καύση σκουπιδιών στο σύνολο των βιομηχανικών της εγκαταστάσεων. Δεδομένο θα πρέπει να θεωρείται ότι εάν η κυβέρνηση υλοποιήσει το απαιτούμενο νομοθετικό πλαίσιο κι επίσης εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κονδύλια, θα εμφανιστούν πολλοί «μνηστήρες» που θα θελήσουν να μπουν κι αυτοί στο «παιχνίδι».